Το ψωμί αποτελεί καθημερινή διατροφική συνήθεια για τους περισσότερους Έλληνες, όμως η νέα μελέτη του ΕΦΕΤ φέρνει στο προσκήνιο ένα ανησυχητικό εύρημα: το αλάτι στο μη συσκευασμένο ψωμί των αρτοποιείων αυξήθηκε από 1,32% το 2012 σε 1,41% το 2024. Παρά τις προειδοποιήσεις και τις εθελοντικές δεσμεύσεις, οι φούρνοι φαίνεται πως χρησιμοποιούν πλέον περισσότερο αλάτι αντί να το περιορίζουν.
Τα στοιχεία του ΕΦΕΤ για το ψωμί δείχνουν ότι μόλις 19,4% των δειγμάτων συμμορφώνονται με το όριο του 1,2%, όπως αυτό είχε συμφωνηθεί στο Μνημόνιο Συνεργασίας του 2016. Το ποσοστό αυτό ήταν σχεδόν διπλάσιο το 2012, γεγονός που προβληματίζει έντονα τις αρχές δημόσιας υγείας.
Οι Έλληνες τρώνε πολύ αλάτι
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) συστήνει η ημερήσια πρόσληψη αλατιού να μην υπερβαίνει τα 5 γραμμάρια για τους ενήλικες, ωστόσο οι περισσότεροι Έλληνες καταναλώνουν σχεδόν διπλάσια ποσότητα.
Σύμφωνα με την τελευταία Εθνική Έρευνα Διατροφής και Υγείας (ΕΕΔΥΥ) (2013–2015), τα επεξεργασμένα προϊόντα δημητριακών, συμπεριλαμβανομένου του ψωμιού, αποτελούν τον κύριο παράγοντα πρόσληψης αλατιού μεταξύ των ενηλίκων στην Ελλάδα, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το αλάτι που προστίθεται κατά το μαγείρεμα ή στο τραπέζι.
Η υψηλή κατανάλωση αλατιού αυξάνει την αρτηριακή πίεση και τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιοπαθειών, αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων, νεφρικής νόσου και οστεοπόρωσης, επιβαρύνοντας σημαντικά τη δημόσια υγεία και το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης.
Ο ΠΟΥ εκτιμά ότι η μείωση της κατανάλωσης αλατιού στα συνιστώμενα επίπεδα θα μπορούσε να αποτρέψει έως και 2,5 εκατομμύρια θανάτους ετησίως παγκοσμίως.
Γιατί απέτυχε η πρωτοβουλία στην Ελλάδα
Η αύξηση στην περιεκτικότητα αλατιού που καταγράφηκε στην Ελλάδα ήταν απροσδόκητη διότι παρόμοιες εθελοντικές δράσεις ανασύστασης τροφίμων με στόχο τη μείωση αλατιού κατέληξαν σε θετικά αποτελέσματα σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες.
Η αποτυχία της πρωτοβουλίας αυτής στην Ελλάδα ενδέχεται να οφείλεται σε ανησυχίες των αρτοποιών για πιθανή μείωση της αποδοχής του ψωμιού από τους καταναλωτές, αλλά και στο γεγονός ότι η εφαρμογή της συμφωνίας δεν ήταν υποχρεωτική. Επομένως, για να επιτευχθεί ουσιαστική και βιώσιμη μείωση του αλατιού, ολοένα και περισσότεροι ειδικοί θεωρούν ότι απαιτείται νομοθετική ρύθμιση και όχι αποκλειστικά εθελοντικές δράσεις.
Η διεθνής εμπειρία και τα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν ότι η μείωση του αλατιού στο ψωμί είναι εφικτή, δεν απαιτεί αλλαγή συνταγής, είναι αποδεκτή από τους καταναλωτές και δεν επηρεάζει αρνητικά τις πωλήσεις, καθώς οι σταδιακές μειώσεις έως και 30– 40% δεν γίνονται εύκολα αντιληπτές στη γεύση.
Όπως δήλωσε ο Πρόεδρος του ΕΦΕΤ κ. Α. Ζαμπέλας, Καθηγητής Διατροφής του Ανθρώπου στο Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής του Ανθρώπου του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών και Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια Τροφίμων:
«Η Ελλάδα χρειάζεται μια ρεαλιστική, αλλά δεσμευτική πολιτική για το αλάτι. Η μείωση της πρόσληψης αλατιού αποτελεί ένα από τα πιο αποτελεσματικά μέτρα πρόληψης χρόνιων νοσημάτων. Ήρθε η ώρα η χώρα μας να περάσει από τις καλές προθέσεις σε πιο ουσιαστικές και συστηματικές δράσεις».
Η μελέτη του ΕΦΕΤ αξιοποίησε δεδομένα κατανάλωσης της Πανελλαδικής Μελέτης Διατροφής και Υγείας (ΠΑ.ΜΕ.Δ.Υ.) του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών και δημοσιεύτηκε στις 27 Οκτωβρίου 2025 στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Nutrients.
Συλλέχθηκαν 253 δείγματα ψωμιού από επιθεωρητές του ΕΦΕΤ από αρτοποιεία σε 9 περιοχές: Αττική (146), Κεντρική Μακεδονία (40), Βόρειο Αιγαίο (5), Ανατολική Μακεδονία και Θράκη (25), Θεσσαλία (5), Πελοπόννησος (6), Δυτική Ελλάδα ( 6), Ήπειρος (10) και Κρήτη (10)]. Αυτές οι περιοχές κάλυπταν περίπου το 87,5% του πληθυσμού της Ελλάδας, σύμφωνα με την απογραφή του 2021. Η δειγματοληψία διήρκεσε από τον Μάρτιο έως τον Μάιο του 2024.
Πηγή: iatropedia.gr
